Κείμενα

Συνέντευξη: Αντώνης Λιβιεράτος (2003)

Αντώνης ΛιβιεράτοςAπαντήσεις εμού του ιδίου σε πιθανές απορίες:

Το πρώτο του δημιουργικό σκίρτημα το ένιωσε πολύ νωρίς αλλά κατάφερε να το ικανοποιήσει ως φοιτητής Ιατρικής το 1982 στα Ιωάννινα. Έφτιαξε με τον Βαγγέλη Μπουλουχτσή τους Κεφάλαιο 24 και άρχισαν να ηχογραφούν instrumental κομμάτια.

Τους ανακαλύπτει ο Ζήλος και μας τους γνωρίζει μαζί με άλλα γκρουπ της πόλης (Μεταλλακτικοί Επικίνδυνοι, Φυσιολατρικός Σύλλογος Νίκος Φώσκολος, Το Ψυγείο Ψυγείο αργότερα κ.α.)

Το Κεφάλαιο 24 ως Chapter 24 κυκλοφορεί το 1988 από το Δικαίωμα Διάβασης το αγγλόφωνο lp "Tin Invaders". Το 1996 κυκλοφορεί απ'τη Hitch-Hyke "Το ευρετήριο των συμπτώσεων".

"Το τεράστιο κίτρινο πράγμα" (1997), "Το πλαστικό κουτί" (2000) και το "Mother tongue" (2002) είναι τα τρία προσωπικά του άλμπουμ.

Έχει συνεργαστεί με Sigmatropic, Illegal Operation, Woofer, Μανώλη Αγγελάκη, Σωτήρη Δεμπόνο και τελευταία παίζει live με το σχήμα B.L.OB.

Aπαντήσεις αυτού του ιδίου σε απίθανες απορίες:

Μ.Α. : Ξεκινάω απ'το περιβάλλον εργασίας μας. Ποια είναι η σχέση σου με το internet;

Α.Λ. : Πάει πια πολύς καιρός από τότε που άρχισα ν' ασχολούμαι με το Internet. Ως εκ τούτου η φάση του τρελλού έρωτα μαζί του έχει παρέλθει για μένα προ πολλού. Συνεχίζει πάντως ν' αποτελεί ένα απ' τα βασικά μέσα ενημέρωσής μου και επικοινωνίας μου με τον υπόλοιπο κόσμο. Επίσης συνεχίζω να διατηρώ το προσωπικό μου website.

Κυνηγάς ακόμα τη δισκογραφία ή βαρέθηκες και (όπως είπε και κάποιος απ'τους Kraftwerk αν θυμάμαι καλά) «όταν θέλεις να ακούσεις μουσική φτιάχνεις τη δική σου»; Καμιά καλή πρόταση;

Αν όντως η δήλωση ανήκει σ' έναν απ' τους Kraftwerk θα πρέπει μάλλον να συμπεράνουμε πως οι τύποι δεν αισθάνονται και πολύ συχνά την ανάγκη ν' ακούσουν μουσική, ε; Πάντως το φρέσκο τους 'Tour de France Soundtracks' μου αρέσει ιδιαίτερα (αν και απ' ότι πήρε το μάτι μου εσείς -ως website εννοώ- κάθε άλλο παρά ενθουσιαστήκατε μαζί του). Από τις πολύ πρόσφατες αγορές μου μου άρεσε επίσης πολύ το 'Cast of Thousands' των Elbow. Και, για όσους δεν κατάλαβαν, ναι, συνεχίζω όσο μπορώ να κυνηγάω τη δισκογραφία.

Αν το ροκενρόλ είναι εφηβική έκφραση ρεμπελιού και αντίδρασης στο σύστημα των μεγάλων, εμείς γιατί παραμένουμε ακόμα χωμένοι βαθειά μέσα του;

Αυτή είναι μια εξαιρετικά δύσκολη ερώτηση με πολλές εξίσου πιθανές απαντήσεις: Πρώτον μπορεί να μην ωριμάσαμε ακόμα. Δεύτερον, μπορεί τελικά το ροκενρόλ να μην απευθύνεται μόνο σε εφήβους. Τρίτον, μπορεί ο όρος «μεγάλος» να μην έχει να κάνει με την ηλικία, αλλά με άλλες κοινωνικοοικονομικής φύσεως προδιαγραφές τις οποίες κάποιοι εξ ημών δεν πληρούν. Τέταρτον, μπορεί τελικά το ροκενρόλ να μην είναι αυτό που εμείς νομίζουμε αλλά αυτό που πρέσβευαν ή και πρεσβεύουν ο Jon Bon Jovi, ο Peter Frampton και άλλοι καλοχτενισμένοι αλλοδαποί και ημεδαποί «ροκ» ή και «πολύ ροκ» καλλιτέχνες. Πέμπτον, μπορεί να συντρέχουν περισσότεροι του ενός απ' τους παραπάνω λόγους. Ελπίζω να έγινα σαφής.

Υπάρχει χιούμορ σε ότι κάνεις. Έχεις σκεφτεί να το αξιοποιήσεις γράφοντας κι άλλα πράγματα πέρα από στίχους;

Φυσικά! Τελευταία έχω αρχίσει να δίνω γραπτές συνεντεύξεις!

(Πριν από λίγο σε διαφήμιση:) "Ο καλλιτέχνης θα πρέπει να εκφράζει τον τόπο και την εποχή του". Σε απασχολεί το αν υπάρχει ελληνικό χρώμα στη μουσική σου;

Όχι! Δεν με απασχολεί καθόλου. Πιστεύω πως ο καλλιτέχνης για να είναι δημιουργικός οφείλει να εκφράζει αποκλειστικά και μόνο τον εαυτό του, μέρος του οποίου αποτελούν προφανώς όλα του τα βιώματα μεταξύ των οποίων και ο τόπος και η εποχή του. Μπορώ να φέρω στο μυαλό μου αρκετά παραδείγματα ελλήνων μουσικών που στην προσπάθειά τους να προσθέσουν δια της βίας στο έργο τους περισσότερο «ελληνικό» ή περισσότερο «διεθνές» χρώμα κατέληξαν σε αποτελέσματα που για λόγους κοσμιότητας θ' αποφύγω να χαρακτηρίσω.

Τι σημαίνει B.L.OB., θα παραμείνει live σχήμα ή θα δισκογραφήσει κάποια στιγμή; Ποια είναι η λογική του μοιράσματος ενός καλλιτέχνη σε πολλά σχήματα;

B.L.OB. στην «ψηφιακή αργκό» σημαίνει Binary Large Object, ελληνιστί Μεγάλο Δυαδικό Αντικείμενο. Αν τώρα βγάλουμε τις τελείες, η σημασία αλλάζει σε «άμορφη μάζα». «The Blob», παρεμπιπτόντως, ήταν και ο τίτλος μιας b-movie του πενηντατόσο, με τον Steve McQueen πιτσιρικά. Διαλέγετε και παίρνετε. Οι B.L.OB. στις μέχρι τώρα συναυλίες τους περιλάμβαναν στις τάξεις τους δυο μόνο μουσικούς, έναν Video Artist (ο οποίος δεν συμπαθεί αυτόν τον τίτλο), μια χορεύτρια κι έναν dj. Ακόμα κι αν, όπως φαίνεται αναπόφευκτο, προκύψουν στο άμεσο μέλλον κάποιες αλλαγές στη σύνθεση του σχήματος, είναι προφανές πως η ηχογράφηση δεν έχει καμμιάν ελπίδα να καταγράψει αυτό που συμβαίνει όταν βρισκόμαστε στη σκηνή.

Το μοίρασμα σε πολλά σχήματα, μερικές φορές είναι ένας τρόπος για να ικανοποιήσεις ως μουσικός διαφορετικές πλευρές του εαυτού σου. Άλλοτε στηρίζεις ως εκτελεστής φίλους που σε στηρίζουν κι οι ίδιοι σαν δημιουργό. Καμιά φορά κινείσαι, απλώς, από ένα είδος βουλιμίας, από μιαν ακατανίκητη παρόρμηση να απολαύσεις κάθε τι που συμβαίνει γύρω σου και που σου αρέσει, συμμετέχοντας σ' αυτό. Η αλήθεια είναι, πάντως, πως η πολυδιάσπαση μ' έχει πια κουράσει. Αυτός ήταν κι ο πιο βασικός, ίσως, απο τους λόγους που με οδήγησαν στην απόφαση να αποχωρήσω απ' τους Illegal Operation. Για τον ίδιο, επίσης, λόγο η πρόσφατη επανεμπλοκή μου με τους Sigmatropic περιορίστηκε στην συμπαραγωγή με τον Άκη τον Μπογιατζή της διεθνούς εκδοχής των Χαϊκού χωρίς να επεκταθεί και στα live.

Η τεχνολογία έκανε πολλούς από σας μοναχικούς δημιουργούς. Δεν είναι προτιμότερη η συγκέντρωση πολλών προτάσεων - ιδεών, δεν βγαίνουν πιο πλούσια κομμάτια από τη ζύμωση περισσότερων χαρακτήρων;

Θα επαναλάβω εδώ ένα προσφιλές μου απόφθεγμα: Η μουσική είναι ομαδικό σπορ. Μπορεί, όπως και η μπάλα, να παιχτεί κι από έναν άνθρωπο μόνο του, η αληθινή διασκέδαση όμως αρχίζει όταν μαζευτεί κόσμος. Συμφωνώ πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα στη μουσική που παράγεται με ομαδικές διαδικασίες απ' αυτήν που παράγεται μοναχικά, δεν την εντοπίζω όμως τόσο στον πλούτο όσο στην εξωστρέφεια της πρώτης σε σχέση με την δεύτερη. Παρ' όλ' αυτά, στη δική μου τουλάχιστο περίπτωση, προκύπτουν κατά διαστήματα κάποιες ιδέες τόσο προσωπικές που να οδηγηθώ στην απόφαση να τις επεξεργαστώ μόνος μου ως το τέλος. Αυτό μου έχει συμβεί δυο φορές ως τώρα: Η πρώτη οδήγησε στο «Τεράστιο Κίτρινο Πράγμα» κι η δεύτερη στο «Mother Tongue».

Πόσο καιρό σου πήρε να ετοιμάσεις το "Mother Tongue"; Το επόμενό σου θα είναι πάλι Tronix ή 'κανονικό' άλμπουμ;

Δεν μπορώ να υπολογίσω τον ακριβή χρόνο που κατανάλωσα για το "Mother Tongue". Δούλεψα το υλικό μου -με πολλά διαλείμματα λόγω άλλων δραστηριοτήτων- μέσα σε μια σχεδόν διετία. Στο τέλος χρειάστηκε ένα περίπου δίμηνο συγκεντρωμένης δουλειάς για να πάρουν τα πράγματα την οριστική μορφή τους. Για τον επόμενο, τώρα, δίσκο μου έχω κάποιες ιδέες που σιγά-σιγά ξεκαθαρίζουν, είναι όμως νωρίς για να τις δημοσιοποιήσω.

Πως επιλέγονται αλήθεια οι τίτλοι στα instrumental κομμάτια; Kαι μια και είναι φρέσκο το σχετικό μας αφιέρωμα, πες μας αν θέλεις μερικά αγαπημένα σου instrumental...

Μερικοί από τους τίτλους των δικών μου τουλάχιστον instrumental προκύπτουν συνειρμικά. Κάποιοι άλλοι αποτελούν αποτέλεσμα μιας πιο λογικής επεξεργασίας των συνειρμικών προγόνων τους.

Επί του θέματος «αγαπημένα instrumental» έχουμε και λέμε:
"A Sailor's Tale" /King Crimson (Islands), "Peter Gunn" /Duane Eddy (45αρι μόνο απ' όσο ξέρω), "Peaches en Regalia" /Frank Zappa (Hot Rats), "Sombre Reptiles" /Brian Eno (Another Green World), "Inductive Resonance" /League of Gentlemen (League of Gentlemen), "Los Mariachis" /Charles Mingus (Tijuana Moods), "Deo" /Amon Tobin (Supermodified), "3 Strikes and you're out" /Red Snapper (Prince Blimey), "The Philosopher" /John Cale (The Academy in Peril)...

Πολλά video, προβολή εικόνας στα live, μουσική για ταινίες... Οι ταινίες χρειάζονται μουσική, αλλά η μουσική έχει ανάγκη την εικόνα (πέρα από το video clip που είναι το 'κόλπο' για να παιχτεί στην τηλεόραση);

Για μένα είναι σαφές: Η μουσική δεν έχει ανάγκη την εικόνα. Για να είμαστε ειλικρινείς, πολύ συχνά κι ο κινηματογράφος δεν έχει ανάγκη τη μουσική. Ούτε θα έπρεπε να νομίσει κανείς πως είμαι υπέρμαχος της ιδέας της χρήσης εικόνας στη διάρκεια των συναυλιών λόγω κάποιας προσωπικής αρχής. Είναι οι συγκεκριμένες εικόνες με τον συγκεκριμένο τρόπο που τις χειρίζεται ο Blue Frog που με ενδιαφέρουν και θέλω να συνυπάρχουν με τα κομμάτια μου. Το ίδιο ισχύει και για τα βίντεο κλιπ τόσο του ίδιου του Blue Frog όσο και του Κυριάκου Χατζημιχαηλίδη όσο και της ομάδας Βούλγαρη/Κακόγιαννου/Τσιρακίδου.

Μετά από 20 χρόνια στη μουσική, είναι σίγουρα πρόοδος το προσωπικό στούντιο και οι δίσκοι που κυκλοφορούν ευκολότερα παρά ποτέ, αλλά δεν παραμένει βραχνάς το μικρό κοινό, οι συναυλίες στα μικρά club, οι περιορισμένες πωλήσεις; Δε σε αποκαρδιώνει η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος των αλλοδαπών μουσικόφιλων για τους Έλληνες δημιουργούς;

Υπάρχει μια διάχυτη άποψη πως ο κάθε ροκ μουσικός κρύβει μέσα του έναν μικρό δεινόσαυρο που ουρλιάζει πεινασμένος μέχρι να καταφέρει να γεμίζει στάδια αντίστοιχου μεγέθους μ' αυτά που γεμίζουν οι Stones. Τα πράγματα δεν είναι όμως πάντα έτσι. Δεν ισχυρίζομαι πως δε μ' ενδιαφέρει να μ' ακούσουν όσο περισσότεροι άνθρωποι γίνεται, η διεύρυνση, όμως, του ακροατηρίου μου δεν μου έγινε ποτέ βραχνάς. Ούτε, άλλωστε, είμαι ή ήμουν ποτέ διατεθειμένος να τροποποιήσω την πορεία μου προς κάποια κατεύθυνση που θα μπορούσε θεωρητικά να προσελκύσει ένα περισσότερο μαζικό ακροατήριο.

Οι αλλοδαποί μουσικόφιλοι, τώρα, δεν νομίζω πως έχουν προχωρήσει σε κάποια περίεργη συνωμοσία κατά των ελλήνων δημιουργών. Απλά θα χρειαστεί αρκετός ακόμα χρόνος και μια σταθερή ροή από καλές δουλειές για να πάψουν να κοιτάζουν με μισό μάτι τα προϊόντα μιας σκηνής που επανειλημμένα έχει προσπαθήσει να πλασσάρει και στην παγκόσμια αγορά τα γνωστά εγχώρια φύκια ως μεταξωτές κορδέλες.

What keeps me going αναρωτιούνται οι Bongwater σ'ένα τραγούδι τους. Το σκέφτεσαι ποτέ;

Ναι, το σκέφτομαι αν και δεν είμαι βέβαιος πως μπορώ να το ερμηνεύσω ακριβώς. Λειτουργώ περίπου αντανακλαστικά. Εκεί που κάθομαι κι ακούω μουσική, ξαφνικά, εντοπίζω ένα κομμάτι που θέλω οπωσδήποτε ν' ακούσω, αλλά κανείς δεν το 'χει γράψει ακόμα. Έτσι αναγκάζομαι να το γράψω εγώ. Όταν τελειώσω, λοιπόν, μαζί του έχω μαζέψει αρκετή ενέργεια για να επιβιώσω μέχρι να εντοπίσω το επόμενο κομμάτι που θάθελα ν' ακούσω και δεν έχει γραφτεί και πάει λέγοντας...

* * * *

To "Mother tongue" εγκαινιάζει τη σειρά δίσκων του Αντώνη Λιβιεράτου "Tronix series" με περισσότερα ηλεκτρονικά και samples. Όσον αφορά τα τελευταία, μερικές επιλογές εδώ είναι ικανές να εκπλήξουν και τον... DJ Shadow : Trio Kantsone, Τώνης Μαρούδας και Γιώργος Μουζάκης, Κούλα Νικολαίδου, Θεία Λένα, αλλά και Billy Fury, Henry Mancini και Marianne Faithfull.

Mother Tongue = Synthesizer, πειραγμένα ή μη, κιθάρες, αυτοσχέδιες ή μη, φωνές στα ελληνικά, αγγλικά ή γερμανικά, 'προοδευτικό' ροκ, πρώιμη και όψιμη electronica, κόμικς, film music, μελαγχολική διάθεση αλλά και χιουμοριστική ελαφρότητα, άρωμα μεγαλούπολης αλλά και βουκολικά τοπία, η αίσθηση ελευθερίας του καλλιτέχνη να εκφραστεί λες και δεν τον αφορά το κοινό (και ο χρόνος), πάντα παρούσα η εκλέπτυνση και η αθάνατη ποπ κατσαρίδα που 'στοιχειώνει' και τους Sigmatropic...

Ξαναξαναπαίζω το "Μακριά"... Η Ελλάδα των φίφτις και η Ελλάδα των μηδένιτις σε απολαυστική διαπλοκή. Χαίρομαι πραγματικά με τέτοιες μοναδικότητες της μικρής μας σκηνής. Και υπόσχομαι να μην ξαναναφερθώ στην αδικία που δεν επιτρέπει τα ψαγμένα δισκάδικα όλου του κόσμου να έχουν τους δίσκους του Livieratos στο ράφι μεταξύ (των σημαντικών) LFO και (των ασήμαντων πλην όμως γνωστών) Llorca...

Οκτώβριος 2003